Στις Βερσαλλίες, ο πόλεμος έχασε την ειρήνη

Permalink

Το τρίτο πρόγραμμα βοήθειας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα τη νύχτα της 12ης προς 13η Ιουλίου 2015, χαρακτηρίστηκε ως «νέα συνθήκη Βερσαλλιών» από τον πρώην υπουργό οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, κατά την ομιλία του στη Βουλή πριν την ψήφιση του προγράμματος. Η συνθήκη αυτή, που υπογράφηκε στις 28 Ιουνίου του 1919, υπόκειται σε πολύ διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των διαφορετικών χωρών, εξηγεί το «εγχειρίδιο κριτικής ιστορίας» του γαλλικού περιοδικού «Le Monde Diplomatique». Ενώ τα γερμανικά σχολικά εγχειρίδια υπογραμμίζουν τη σκληρότητα των ποινών που επιβλήθηκαν στο Βερολίνο, τα βρετανικά σχολικά βιβλία τονίζουν τη ρεβανσιστική στάση της Γαλλίας. Στη δε Ρωσία, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τίθεται το γεγονός ότι η νέα Σοβιετική Δημοκρατία δεν ήταν μέσα στους καλεσμένους. Όλες αυτές οι ερμηνείες δείχνουν την επιρροή της εθνικής μνήμης στην κατασκευή της ιστορικής αφήγησης.

«Ο Κλεμανσό ήθελε να καταργήσει την οικονομική υπόσταση του εχθρού. Ο Λόιντ Τζόρτζ να φέρει στην Αγγλία κάτι που να ήταν αποδεκτό για μια εβδομάδα. Κι ο Πρόεδρος Ουίλσον, να μην κάνει τίποτα που να μην ήταν απλό και σωστό.» Γράφοντας αυτές τις σειρές, το 1919, ο Βρετανός οικονομολόγος, Τζον Μέιναρντ Κέινς, περιγράφει τις διαφορές απόψεων μεταξύ των κύριων Συμμάχων στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Υπονοεί ότι η Συνθήκη των Βερσαλλιών, ακόμη περισσότερο από μια «ειρήνη των νικητών», ήταν μια «ειρήνη των συμβιβασμών.»

metier

Ένας επικίνδυνος αντι-γερμανισμός

Η συνθήκη αυτή παρουσιάζεται γενικά ως ένα σύνολο καταδικαστικών διατάξεων για τη Γερμανία, τον κύριο ηττημένο του Μεγάλου Πολέμου. Είναι αλήθεια ότι το κείμενο της συνθήκης εκμηδενίζει τη στρατιωτική δύναμη της Γερμανίας, ακρωτηριάζει το ένα έβδομο του εδάφους της, διαβρώνει την κυριαρχία της ακόμα και εντός των νέων συνόρων (επιβάλλοντας την αποστρατικοποίηση της Ρηνανίας) και τη χαρακτηρίζει ως τον μόνο υπεύθυνο για τον πόλεμο. Επιπλέον, είχε σχεδιαστεί χωρίς καμία συζήτηση με τον ηττημένο. Αυτή η «υπαγορευμένη ειρήνη» θα ευνοούσε την άνοδο του ναζισμού, προσφέροντας το ιδανικό έδαφος για την εθνικιστική προπαγάνδα του, καταδικάζοντας τη χώρα να αντιμετωπίσει την οικονομική ύφεση και την αποδυνάμωση του πρόσφατου δημοκρατικού καθεστώτος, που μόλις είχε εγκαθιδρυθεί και ήταν ήδη αναγκασμένο να υιοθετήσει τα ταπεινωτικά μέτρα.

Συχνά η Συνθήκη έχει συζητηθεί υπό το φως των υποτιθέμενων συνεπειών της, αξίζει όμως να αναλυθεί και το πρίσμα των συγκεκριμένων συνθηκών παραγωγής της. Στις 28 Ιουνίου του 1919, η τελετή υπογραφής πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα των κατόπτρων στο Παλάτι των Βερσαλλιών – όπου είχε ανακηρυχθεί και η γερμανική αυτοκρατορία το 1871. Βαθιά πεπεισμένοι για την άνιση μεταχείριση που περιείχε το κείμενο, οι Γερμανοί απεσταλμένοι ήταν απρόθυμοι να έρθουν, λαμβάνοντας υπόψη ότι η χώρα τους κάποια στιγμή θα αναλάμβανε εκ νέου τα όπλα. Προτού υπογράψουν, ο Κλεμανσώ τους επιβάλλει το θέαμα των πέντε τραυματιών πολέμου (τα «σπασμένα πρόσωπα»). Ο «Τίγρης» – ψευδώνυμο του προέδρου του γαλλικού Συμβουλίου – πρέπει να λάβει υπόψη του τον πολύ διαδεδομένο στον πληθυσμό αντι-γερμανισμό και την ακόρεστη δεξιά αντιπολίτευση: επειδή θα πρέπει να παραιτηθεί από την οριστική προσάρτηση του Σάαρ, από «πατέρας της Νίκης» σύντομα θα μετονομαστεί σ’αυτόν που «έχασε τη νίκη»…

Η βρετανική κυβέρνηση έχει άλλες προτεραιότητες. Αν και ο Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ πιστεύει αρχικά ότι πρέπει να «πιεστεί το λεμόνι μέχρι να σπάσουν τα κουκούτσια», γίνεται ωστόσο, πιο διαλλακτικός με τους «Ούννους», από τον Μάρτιο του 1919. Θεωρώντας ότι δεν αποτελούν πλέον σοβαρό αντίπαλο στα βιομηχανικά, εμπορικά και πολεμικά του σχέδια, επαναφέρει τη βρετανική εξωτερική πολιτική, γνωστή ως «ισορροπία δυνάμεων». Η βασική αρχή της – πρόληψη της εμφάνισης μιας ηπειρωτικής δύναμης που να είναι σε θέση να αμφισβητήσει την αγγλική κυριαρχία – απαιτεί, στη συνέχεια, την παρακώλυση των γαλλικών συμφερόντων, επιτρέποντας στον γερμανικό λαό να «σταθεί στα πόδια του.» Η στροφή αυτή αντανακλά επίσης την αυξανόμενη επιρροή του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος σε βάρος του κόσμου της βιομηχανίας και ένθερμου υποστηρικτή μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής των διακρίσεων απέναντι στη Γερμανία.

versailles

«Ο κόσμος θα ζούσε ειρηνικά, αν ο καθένας ασκούσε το επάγγελμά του.»
Φωτομοντάζ του Marinus (Kjeldgaard Marinus Jacob) δημοσιευμένο τον Οκτώβριο 1939 στο 363ο τεύχος του εβδομαδιαίου σατυρικού περιοδικού Marianne.

Ο Δημοκρατικός Πρόεδρος των ΗΠΑ, Γούντροου Ουίλσον, διέσχισε τον Ατλαντικό, καθοδηγούμενος από το χριστιανικό ιδεώδες της παγκόσμιας ειρήνης, αλλά και για να βεβαιωθεί ότι η νέα διεθνής τάξη πραγμάτων δεν κινδύνευε να επαναφέρει την ευρωπαϊκή κυριαρχία πριν από το 1914. Αυτή η αμφισημία (ειρήνη και θέληση για δύναμη) κυριαρχεί κατά τη γέννηση της Κοινωνίας των Εθνών (SDN), την οποία επικαλείται ο Ουίλσον και στην οποία είναι αφιερωμένα τα πρώτα άρθρα της Συνθήκης. Επηρρεασμένος από την Ουγγρική Επανάσταση του 1918-1919, η οποία οδηγεί στην εφήμερη Δημοκρατία των Συμβουλίων, ο Ουίλσον αμφιβάλει ότι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μπορούν να αποτελέσουν ανάχωμα ενάντια στον μπολσεβικισμό. Γι αυτό θεωρεί σημαντικό να επιτρέψει στη Γερμανία – μια τόσο νέα δημοκρατία – να ανασηκωθεί.


Ένας οργανισμός χωρίς μέσα

«Ήταν σχεδόν ένα συνολικό φιάσκο», γράφει ο ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ συνοψίζοντας τη σύντομη ζωή της Κοινωνίας των Εθνών. Στερoύμενη δυνάμεων επιβολής, ο οργανισμός δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσει τα ιδανικά του. Υπέφερε εξίσου, από την αποστασία του κύριου χορηγού της: η Γερουσία των ΗΠΑ (στην πλειοψηφία της ρεπουμπλικανική) αρνήθηκε να επικυρώσει τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, συνεπώς, δε θα συμμετάσχουν ποτέ στην Κοινωνία των Εθνών.

a


(Visited 106 times, 1 visits today)

Read more:
30658703078_a407ba3310_k
Ο Στέλιος Κούλογλου για την καθυστερημένη δήλωση Οικονόμου

Με αφορμή τη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου κ. Οικονόμου για δηλώσεις του διεθνώς βραβευμένου διασώστη, Ιάσονα Αποστολόπουλου, που έγιναν σε...

Close