H αρχή του τέλους για τον Ερντογάν; Η ένας δικτάτορας εκλεγμένος από την πλειοψηφία ; Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας την Κυριακή θα μας δείξει εάν η χώρα μπορεί να παραμείνει στην κοινότητα των δημοκρατικών χωρών ή εάν η Νέα Τουρκία του Ερντογάν θα αποτελεί πλέον κράτος-παρία.
του Ραγκίπ Ντουράν*
Λίγο περισσότερα από 58 εκατομμύρια πολίτες επί συνόλου 80 εκατομμυρίων ψυχών θα προσέλθουν στις κάλπες στην Τουρκία για να εγκρίνουν ή να απορρίψουν την τροποποίηση του συντάγματος που προτείνει η κυβέρνηση για θέσπιση ενός προεδρικού καθεστώτος, στο πλαίσιο του οποίου ο τωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ταγίπ Ερντογάν θα αποκτήσει εξαιρετικές εξουσίες.
Το δημοψήφισμα για την τροποποίηση 18 άρθρων του Συντάγματος γρήγορα μετατράπηκε σε κεντρική επιλογή: Θέλετε να έχετε έναν άνθρωπο που θ’ αποφασίζει για όλα, με άλλα λόγια, δικτατορία ή επιθυμείτε δημοκρατία με περισσότερη ελευθερία;
Για πρώτη φορά μετά το 2002, χρονιά που ανέλαβε την εξουσία ο Ερντογάν, το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης), έχει χάσει δύο καθοριστικά πλεονεκτήματα. Δεν έχει πλέον την πολιτική πρωτοβουλία της εκστρατείας και δεν είναι πια μπροστά στις δημοσκοπήσεις.
Οι καιροί άλλαξαν. Αυτή τη φορά, ο Ερντογάν και το περιβάλλον του δεν καταφέρνουν να εξηγήσουν γιατί οι πολίτες να ψηφίσουν «Ναι». Επιτίθενται στο μέτωπο του «Όχι». «Οι Κούρδοι τρομοκράτες, οι οπαδοί της αίρεσης του Φετουλάχ Γκιουλέν και η Ευρώπη λένε, “Όχι”, γι’ αυτό εμείς λέμε, “Ναι”» — αυτό είναι το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης.
Το μέτωπο του «Όχι» είναι πράγματι πολύ μεγάλο: (περιλαμβάνει) από τους Κούρδους ως τους σοσιαλδημοκράτες, από τους φιλελεύθερους ως τους μετριοπαθείς συντηρητικούς, από την Αριστερά ως τους «αγωνιστές» της άκρας δεξιάς και όσους απογοήτευσε το Πολιτικό Ισλάμ.
Επιπλέον, το σύνολο των δημοσκοπήσεων δίνει προβάδισμα στο «Όχι» κατά 3 έως 5 μονάδες.
Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε, ολόκληρη η κρατική μηχανή έχει κινητοποιηθεί για να υποστηρίξει το «Ναι» και να καταστείλει τους οπαδούς του «Όχι».
Για ποιο λόγο λοιπόν, ο Ερντογάν επιθυμεί αυτό το δημοψήφισμα, αυτή την αλλαγή καθεστώτος;
Η Άγκυρα βρίσκεται σε σύγκρουση με το σύνολο των γειτόνων της, ο Ερντογάν επιτίθεται λεκτικά στις χώρες της ΕΕ. «Πρόκειται για τον πόλεμο μεταξύ Σταυρού και Ημισελήνου», λέει για να προκαλέσει το θρησκευτικό αίσθημα των οπαδών του.
Ο εθνικισμός αποτελεί ένα ακόμη επιχείρημα του «Μεγάλου Ανδρός»: «Οι Ευρωπαίοι δε θέλουν να δουν την Τουρκία να αναπτύσσεται. Ζηλεύουν την τρίτη μας γέφυρα και τον τρίτο μας αεροδρόμιο». Κι αυτό, ενώ όλοι οι χρηματοοικονομικοί δείκτες παρουσιάζουν την τουρκική οικονομία σε ελεύθερη πτώση, την οποία επιβεβαιώνουν οίκοι αξιολόγησης, όπως ο Moody’s ή ο Standard and Poor’s, δήλωσαν από το Φεβρουάριο ότι «η Τουρκία δεν είναι πια χώρα που ευνοεί τις ξένες επενδύσεις».
Η Άγκυρα έχει χάσει σχεδόν πλήρως την πυξίδα λόγω του πολέμου στη Συρία. Μέλος του ΝΑΤΟ και σύμμαχος της Ουάσινγκτον, δυσαρεστημένος από τον Ομπάμα, ο Ερντογάν θέλησε να «βολευτεί» στο πλάι του Πούτιν. Η Μόσχα και η Ουάσινγκτον όμως, διάλεξαν ως συμμάχους στη μάχη ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος τους Κούρδους της Συρίας (PYD/YPG) αντί της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν πίστευε ότι θα μπορούσε να «τα βρει» με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο τελευταίος όμως, και το περιβάλλον του θεωρούν τον Ερντογάν, «ισλαμιστή που βοηθά το Ισλαμικό Κράτος.
Μόνος, απομονωμένος διεθνώς αλλά και στο εσωτερικό, ο Ερντογάν φοβάται, γι’ αυτό άλλωστε είναι τόσο επιθετικός (καταστροφή κουρδικών πόλεων και περιοχών σε συνέχεια των επιχειρήσεων αστυνομίας και στρατού, φυλάκιση του συνόλου σχεδόν των «αντιφρονούντων», απόλυση περισσοτέρων από 140 χιλιάδες δημοσίων υπαλλήλων, συμπεριλαμβανομένων δικαστών, εισαγγελέων, στρατιωτικών και πανεπιστημιακών, ολική λογοκρισία των ΜΜΕ). Αγαπά την πολιτική της έντασης. Αυτή τον θρέφει.
Φοβάται επειδή αν μια μέρα το Κράτος Δικαίου αποκατασταθεί στην Τουρκία θα δικαστεί για το πολιτικοοικονομικό σκάνδαλο της 17-25 Δεκεμβρίου και την παράνομη αποστολή όπλων στους Σύρους τζιχαντιστές. Ένα Διεθνές Δικαστήριο μπορεί επίσης ν’ ασχοληθεί στη δεύτερη περίπτωση.
Τελικά, την Κυριακή, αργά τη νύχτα, θα ξέρουμε τ’ αποτελέσματα. Η αντιπολίτευση έχει προειδοποιήσει την κυβέρνηση: «Αν υπερισχύσει το “Ναι” σημαίνει ότι έχετε “κλέψει!”».
Κι αν υπερισχύσει το «Όχι»;
Κανείς δεν περιμένει το θαύμα. Η Τουρκία δε θα γίνει μεμιάς μια «κανονική», μια δημοκρατική χώρα. Αλλά ο Ερντογάν θα στερηθεί από τη μελωδία την οποία εκμεταλλεύτηκε εδώ και 15 χρόνια: τη λαϊκή βούληση! Ο Ερντογάν, αδιαφορώντας για το Δίκαιο, τους νόμους, ακόμη και το Σύνταγμα έκανε ό,τι ήθελε γιατί «εκπροσωπούσε την πλειοψηφία, ακόμη και το έθνος!».
(*) Ραγκίπ Ντουράν (Ragıp Duran), Κωνσταντινούπολη, 1954. Δημοσιογράφος από το 1978. Έχει εργαστεί για πολλές ημερήσιες εφημερίδες της Τουρκίας, για το Πρακτορείο France Presse, την Libération και το BBC. Φοίτησε στο CFPJ του Παρισιού (1983) και υπήρξε υπότροφος του Nieman Journalism Lab στο Πανεπιστήμιο Harvard της Βοστώνης (2000). Συγγραφέας 3 βιβλίων κριτικής των τουρκικών ΜΜΕ.
Πηγή: Tvxs