«Γιατί χάνει η αριστερά;». Aυτός είναι ο τίτλος ενός πλούσιου, πολυσέλιδου αφιέρωματος στη Monde Diplomatique που κυκλοφορεί. Στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης,όπως και στη Γαλλία ο όρος «Αριστερά» συμπεριλαμβάνει Σοσιαλδημοκράτες και Σοσιαλιστές. Κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το γερμανικό De Linke ή το Podemos -για τα δυό τελευταία υπάρχει επίσης μια εκτενής ανάλυση της πορείας τους στο αφιέρωμα- κατατάσσονται στην «αριστερά της αριστεράς».
Προφανώς, αφορμή για το εκτενές αφιέρωμα είναι η αδυναμία της γαλλικής αριστεράς να παίξει ρόλο στις προεδρικές εκλογές του Απριλίου: τα δύο ιστορικά και πανίσχυρα κόμματα της δεκαετίας του 70, το Σοσιαλιστικό και το Κομουνιστικό έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. Από τη «Ανυπόταχτη Γαλλία» του Μελανσόν μέχρι και τους Πράσινους, κανένα νέο σχήμα δεν εμφανίζει ιδιαίτερη δυναμική, ούτε διαφαίνεται και σοβαρή πρόθεση συνεργασίας, όπως αυτή Σοσιαλιστών- Κομουνιστών, που είχε οδηγήσει στην ιστορική νίκη του Φρανσουά Μιτεράν το 1981.
Αλλά το φαινόμενο είναι γενικότερο. «Το 2002, οι Σοσιαλδημοκράτες έλεγχαν δεκατρείς από τις δεκαπέντε κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης», σημειώνεται σε ένα εισαγωγικό κείμενο. «Είκοσι χρόνια αργότερα, μόνο επτά στις 27 (Φινλανδία, Γερμανία, Σουηδία, Δανία, Ισπανία, Πορτογαλία και Μάλτα),
«Τα τελευταία είκοσι χρόνια, ο καπιταλισμός βρέθηκε αντιμέτωπος με σειρά κρίσεων. Ανθρώπινες παλίρροιες απαιτήσαν από τους ηγέτες τους να ξεκουμπιστούν, αλλά χωρίς η νεοφιλελεύθερη τάξη να κλονιστεί σοβαρά. Και είναι η ακροδεξιά που σημειώνει πρόοδο. Τα λάθη και οι αρνήσεις της κυβερνώσας αριστεράς, ειδικά στην Ευρώπη, εξηγούν γιατί δεν έχει επωφεληθεί από τη γενική δυσαρέσκεια. Αλλά, πέρα από τον απολογισμό για την πτώχευση της Αριστεράς, ποιες σοβαρές προοπτικές διατηρεί για την αλλαγή της κοινωνίας, όταν παρατηρείται σχεδόν παντού το διαζύγιό της από τις λαϊκές τάξεις;».
Για τις αιτίες της αποτυχίας στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ -για την πρόσφατη νίκη της αριστεράς στη Χιλή υπάρχει ειδική ανάλυση-, ο διευθυντής της Le Monde Diplomatique εξετάζει δύο παράγοντες. Πρώτον την κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου που «με τη δύναμη που ασκούσε και την απειλή που αντιπροσώπευε για τις κυρίαρχες ελίτ στις καπιταλιστικές χώρες, είχε συμβάλει καθοριστικά στην εμφάνιση ενός φορολογικού συστήματος, ενός κοινωνικής πρόνοιας και ασφάλισης που θα ήταν πολύ δύσκολο να επιβληθεί χωρίς αυτό το αντίθετο (σοβιετικό) μοντέλο».
Η δεύτερη αιτία είναι η απομάκρυνση της αριστεράς από τις κοινωνικές διεργασίες και τις τάξεις που υποτίθεται ότι ήθελε να εκπροσωπήσει. Ενα άλλο άρθρο του αφιερώματος («Εάν ακούγονταν οι λαϊκές τάξεις») αναφέρεται στην εμπειρία των «Κίτρινων Γιλέκων» του κινήματος που συντάραξε τη Γαλλία πριν 3 περίπου χρόνια:
«Πριν τα «κίτρινα γιλέκα» φέρουν την τιμή των καυσίμων στο προσκήνιο, ήταν αρκετό να συχνάζεις σε οποιοδήποτε καφενείο, σε οποιαδήποτε γαλλική ύπαιθρο, για να γνωρίζεις ότι, για μια δεκαετία, ο λαϊκός θυμός συγκεντρωνόταν γύρω από ένα κεντρικό θέμα: το αυτοκίνητο. Κάμερες ταχύτητας! Βενζίνη! Το ντίζελ! Ο τεχνικός έλεγχος! ….Αλλά η συνδικαλιστική και η πολιτική αριστερά συχνάζει στην ύπαιθρο;».
Δύο ακόμη παραδείγματα για το «διαζύγιο» με βάση μια κοινωνική έρευνα που έγινε μεταξύ των λαϊκών τάξεων σχετικά με τις προτεραιότητες τους:
«Η πρώτη έκπληξη: μια μειοψηφία ιεραρχεί τις αυξήσεις τους μισθούς, μια εμμονή των αριστερών οργανώσεων. Ωστόσο, ο καθένας επιμένει στο κόστος ζωής, το οποίο αυξάνεται συνεχώς… Ο θυμός τους είναι για το άγχος του πορτοφολιού που ανοίγουμε καθημερινά και διαπιστώνουμε ότι αδειάζει όλο και πιο γρήγορα. (Στο ερώτημα) Αύξηση μισθών; «Όλα θα αυξηθούν παράλληλα και δεν θα κερδίσουμε τίποτα!»
Δεύτερη έκπληξη: σχολείο. «Οι συνδικαλιστικές και πολιτικές οργανώσεις επικεντρώνουν γενικά τις ομιλίες τους στις δημόσιες δαπάνες. Καμία αναφορά σε αυτό το σημείο στους ανθρώπους που συναντήσαμε. Από την άλλη πλευρά, όλοι είναι εξοργισμένοι για το πόσο κοστίζει το σχολείο. Αυτό είναι ακριβό, το άλλο υπερτιμημένο: παιδικοί σταθμοί, κέντρα αναψυχής, καντίνα, σχολικά είδη, εκδρομές που κυριολεκτικά ισοπεδώνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό».
Πέρα όμως από τα όποια λάθη υπάρχουν γενικότερες κοινωνικές διεργασίες:
«Στη δεκαετία του 1950 και του 1960, οι πλούσιοι και οι απόφοιτοι Πανεπιστημίου ψήφισαν δεξιά, ενώ οι φτωχοί και οι μη διπλωματούχοι ψήφισαν στα αριστερά..
..Αυτό δεν συμβαίνει πλέον: ο ακαδημαϊκός τίτλος, οδηγεί στη στην αριστερά και μερικές φορές οδηγεί, από αντίδραση, εκείνους που δεν είναι ούτε εμπειρογνώμονες ούτε απόφοιτοι και που αισθάνονται περιφρονημένοι από εμπειρογνώμονες και πτυχιούχους, να κλίνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το «αμερικανικό μοντέλο» βρίσκεται σχεδόν παντού στην Ευρώπη: μια πλούσια πόλη διανοουμένων όπως η Νέα Υόρκη ή το Σαν Φρανσίσκο ψηφίζει Δημοκρατικό Κόμμα. Μια φτωχή, αγροτική πολιτεία όπως η Δυτική Βιρτζίνια ή το Μισισιπή, ψηφίζει Ρεπουμπλικανικό».
Το δίλημμα «με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις» θα αντιμετωπίσει έντονα και το De Linke, στις πρόσφατες εκλογές στη Γερμανία. Πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του στην Ανατολική Γερμανία, ενώ την ίδια στιγμή συμμετέχει στο σύστημα, στην τοπική κυβέρνηση στο Βερολίνο, στη Δυτική Πομερανία, στη Θουριγγία.
«Είναι πλέον το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) που κερδίζει την ψήφο διαμαρτυρίας στην Ανατολή και ενσαρκώνει την αντιπολίτευση — αντιδραστική – στα άλλοτε προπύργια της Αριστεράς στην Ανατολή».
Στη λιγότερο αναπτυγμένη Λατινική Αμερική, όπου ένα κύμα δεξιών κυβερνήσεων βουτήχτηκε στην κοινωνική αδικία και τη διαφθορά, τα πράγματα δείχνουν πιο εύκολα. Αλλά στη Δύση, δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, όταν οι ψηφοφόροι ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες:
« Όταν, το 2017, οι Αμερικανοί εργαζόμενοι που ψήφισαν Δημοκράτες κλήθηκαν να δηλώσουν τις προτεραιότητές τους, επέλεξαν το κόστος της υγείας, το επίπεδο οικονομικής δραστηριότητας, την απασχόληση, τη συνταξιοδότηση. Οι προτεραιότητες των προοδευτικών αποφοίτων – οι»δημιουργικές τάξεις» δημοσιογράφων, καλλιτεχνών, δασκάλων, δημοσκόπων, εκλεγμένων αξιωματούχων, καθηγητών, αναγνωστών των New York Times, bloggers, ακροατών δημόσιων ραδιοφώνων-ήταν με την παρακάτω σειρά: το περιβάλλον, η κλιματική αλλαγή, το κόστος της υγείας και της εκπαίδευσης».
Διαβάστε επίσης: Οι αριστεροί κυριαρχούν στη Λατινική Αμερική καθώς πλησιάζουν οι εκλογές-κλειδιά
Άρθρο του Στ. Κούλογλου στο tvxs.gr