Τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Αθήνα, έγινε κάτι σπάνιο, που ανάλογό του έχει ίσως κάποτε συμβεί σε καμιά υπανάπτυκτη χώρα της Αφρικής. Οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού κατέκλυσαν το γήπεδο της ομάδας τους, όχι για να παρακολουθήσουν κάποιον διάσημο ποδοσφαιριστή εν δράσει. Αλλά απλώς για να δουν από κοντά τον Βραζιλιάνο Μαρσέλο, πρώην παίκτη της Ρεάλ Μαδρίτης, που είχε αποκτήσει η ομάδα τους.
Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και σε άλλο ελληνικό ποδοσφαιρικό σωματείο. Η διεθνής απαξίωση του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι πρωτοφανής. Η απόσταση με τα ευρωπαϊκά στάνταρ διεθνώς μεγαλώνει. Στις φετινές διεθνείς διοργανώσεις, οι ελληνικές ομάδες αποκλείστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Τα φαινόμενα βίας, που οι περισσότερες χώρες έχουν τιθασεύσει, εδώ αυξάνονται συνεχώς.
Οι κυβερνήσεις παίζουν πολιτικά παιχνίδια, αν δεν υποκλίνονται στους ιδιοκτήτες των ομάδων. Oι τελευταίοι τσακώνονται μεταξύ τους και θεωρούν τα αποτελέσματα, προϊόντα πολιτικών παρεμβάσεων και πληρωμένων διαιτητών. Την κατάσταση δεν έσωσε ούτε το σύστημα με το οποίο κρίσιμες φάσεις του αγώνα και αποφάσεις των διαιτητών επανεξετάζονται με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα που νίκησε και το VAR.
Ως το πιο δημοφιλές και λαϊκό άθλημα, το ποδόσφαιρο είναι και δείκτης της κατάστασης μιας χώρας, της επαφής της με τον έξω κόσμο και της διεθνούς της θέσης. Δεν είναι τυχαίο ότι το πανευρωπαϊκό του 2004 κερδήθηκε από μια ομάδα με παίκτες που έπαιζαν σε σημαντικές ομάδες της Ευρώπης και σε μια εποχή οικονομικής ευφορίας, πριν από το διεθνές άνοιγμα των Ολυμπιακών Αγώνων.
Διαβάστε επίσης: Γεωργιάδης: «Ο Μητσοτάκης ανεβάζει την Ελλάδα, αν ήταν τόπος μπίχλας δεν θα ερχόταν ο Μαρσέλο»
Στο στάδιο Καραϊσκάκη, οι φίλαθλοι ζητούσαν λοιπόν μια επαφή με την ποιότητα, έστω και αν αφορούσε έναν 34χρονο άσο, που είχε μείνει χωρίς ομάδα, σχεδόν στα αζήτητα. Συγχρόνως ήταν και μια εκδήλωση ακραίου επαρχιωτισμού και υπανάπτυξης. Θύμιζε σκηνές που περιγράφουν Πορτογάλοι αποικιοκράτες θαλασσοπόροι, όταν προσέγγιζαν τα παρθένα εδάφη της Βραζιλίας και μοίραζαν καθρεφτάκια στους ιθαγενείς.
Αποθεώνοντας τον ελληνικό επαρχιωτισμό, ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης έδωσε στη μεταγραφή Μαρσέλο πολιτικό και εθνικό βάρος. Σε μια συνέντευξή του στο Mega, και αφού φρόντισε να κολακεύσει τον ιδιοκτήτη του («Αν και Παναθηναϊκός, είναι τεράστια υπόθεση να έρχεται ο Μαρσέλο στον Ολυμπιακό. Συνολικά για το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι μεγάλη επιτυχία. Συγχαρητήρια στον πρόεδρο του Ολυμπιακού») συσχέτισε το γεγονός με την κατάσταση στη χώρα:
«Ανεβάζει την Ελλάδα ο Μητσοτάκης, αποφάσισε ο Μαρτσέλο να έρθει στον Ολυμπιακό. Απλά είναι τα πράγματα..Αν ήταν τόπος μπίχλας η Ελλάδα σιγά μην ερχόταν ο Μαρσέλο. Βλέπει μια Ελλάδα που πάει μπροστά, για αυτό ήρθε αγαπητέ».
.
Ο Μαρσέλο προφανώς μελετούσε τη διεθνή οικονομία και τους Financial Times και δεν πήγαινε στις προπονήσεις. Γιατί τελικώς, το λαμπερό καθρεφτάκι που προσφέρθηκε στους ιθαγενείς ήταν ραγισμένο. Ο Μαρσέλο έκανε μήνες να εμφανιστεί. Επαιξε σε λίγους αγώνες, αποκλείστηκε από τις τελευταίες αποστολές της ομάδας-ούτε αναπληρωματικός δηλαδή- και τώρα λύνεται το συμβόλαιό του.
Ο «μάγος» θα πάει σε άλλες φυλές, πουλώντας περασμένα μεγαλεία για περισσότερα λεφτά. Πάντα φυσικά ανάλογα με τα οικονομικά τους επιτεύγματα και -θα πρόσθετα- την ευκολία της επαρχίας στις αρπαχτές.
Ο κ Γεωργιάδης θεωρούσε πάντως τη μεταγραφή ως απόδειξη της ανάπτυξης. Αν δεν είναι «μπίχλας» θα πρέπει τώρα να παραδεχθεί τι δείχνει ακριβώς η εξέλιξή της: τη διεθνή πτώση της χώρας με την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Άρθρο του Στ. Κούλογλου στο tvxs.gr