Εκανα μάλλον άσχημα που κάθισα μέχρι τις 5 το πρωί για να παρακολουθήσω το ντιμπέιτ Μπαίντεν-Τραμπ. Γιατί μετά, δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά, τον Νοέμβριο οι Αμερικανοί εκλογείς θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα σε έναν υπερήλικα ανίκανο να κυβερνήσει και σε έναν αδίστακτο ακροδεξιό, ψεύτη και απατεώνα. Δικό τους πρόβλημα; Αλίμονο στην ανθρωπότητα, με το έναν ή τον άλλο στον ρόλο του πλανητάρχη.
Αυτό που θα μπορούσε να αλλάξει, είναι η αντικατάσταση του Τζο Μπάιντεν από έναν νεότερο Δημοκρατικό υποψήφιο. Ο Αμερικανός πρόεδρος επέλεξε να γίνει το ντιμπέιτ νωρίτερα από ποτέ στην ιστορία των προεδρικών εκλογών για να παρουσιάσει την αναμέτρηση ως δίλημμα μεταξύ του ίδιου και ενός πρόσφατα καταδικασμένου στα Δικαστήρια αντιπάλου, εχθρού της δημοκρατίας.
Οχι μόνο δεν τα κατάφερε, αλλά η τακτική γύρισε σαν μπούμεραγκ εναντίον του. Βραχνιασμένος και γεμάτος ασάφειες, σε σημείο που άλλοτε δεν τελείωνε τις φράσεις του και άλλοτε δεν έβγαζαν νόημα αυτά που έλεγε, έμοιαζε περισσότερο με παππού που δίνει στα εγγόνια του ανιαρές ηθικολογικές συμβουλές, τις οποίες κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά.
«Η ασταθής και ασύνδετη εμφάνισή του», σχολίασαν οι New York Times αμέσως μετά το debate, «προκάλεσε ένα κύμα πανικού μεταξύ των Δημοκρατικών και άνοιξε εκ νέου τη συζήτηση για το αν θα πρέπει να είναι ο υποψήφιος».
H εφημερίδα επανήλθε αργά χθες το βράδυ (ώρα Ελλάδος) με βαρυσήμαντο κύριο άρθρο, στο οποίο ζητάει από τον Αμερικανό πρόεδρο να εγκαταλείψει την εκστρατεία. «Ο πρόεδρος εμφανίστηκε την Πέμπτη το βράδυ ως σκιά ενός μεγάλου δημόσιου λειτουργού. Αγωνίστηκε να εξηγήσει τι θα πετύχαινε σε μια δεύτερη θητεία. Αγωνίστηκε να απαντήσει στις προκλήσεις του κ. Τραμπ..
.. Αγωνίστηκε να καταστήσει τον Τραμπ υπόλογο για τα ψέματά του, τις αποτυχίες του και τα ανατριχιαστικά σχέδιά του. Περισσότερες από μία φορές, αγωνίστηκε να φτάσει στο τέλος μιας πρότασης ..η μεγαλύτερη δημόσια υπηρεσία που μπορεί τώρα να προσφέρει ο κ. Μπάιντεν είναι να ανακοινώσει ότι δεν θα συνεχίσει να διεκδικεί την επανεκλογή του».
Στο ντιμπέιτ, το «τζόβενο» Τραμπ, 78 ετών, αξιοποίησε πλήρως την αδυναμία του αντιπάλου του να αντιπαρατεθεί ή ακόμη και να παρακολουθήσει τη συζήτηση στο σύνολο της. Είπε κάποια στιγμή ότι δεν καταλάβαινε τι μουρμούριζε ο Μπάιντεν και βρήκε την ευκαιρία για να αραδιάσει συνεχή ψέματα, τα οποία ο αντίπαλος του αδυνατούσε να καταρρίψει με στοιχεία και συγκεκριμένα επιχειρήματα.
Κατηγόρησε τον Μπάιντεν ως «αδύναμο», που προκαλεί γέλιο στους διεθνείς ηγέτες, διεφθαρμένο που «πληρώνεται από την Κίνα»(!) και άνθρωπο που ενθάρρυνε τη Ρωσία να επιτεθεί στην Ουκρανία! Τον κατέστησε επίσης υπεύθυνο για ένα κύμα μεταναστών που «έρχονται και σκοτώνουν τους πολίτες μας σε επίπεδο που δεν έχουμε ξαναδεί».
Πρόκειται για ψέματα κατά συρροή, αλλά τα ντιμπέιτ συχνά, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, δεν κρίνονται από αυτά που λες αλλά πώς τα λες. Ο Τραμπ ακόμη και στα αδύνατα του σημεία (την επίθεση των οπαδών του στο Καπιτώλιο, την απαγόρευση των αμβλώσεων ή τις καταδίκες του) βρισκόταν ανενόχλητος συνεχώς στην επίθεση.
Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων είχε κάποιες στιγμές που φλυαρούσε ασκόπως ή χανόταν στη μετάφραση, αλλά ήταν πολύ λιγότερες από αυτές του «χαμένου» αντιπάλου του. Η εικόνα δύο ανθρώπων που δεν αντάλλαξαν ούτε χειραψία και είναι φανερό ότι απεχθάνονται ο ένας τον άλλο, θύμιζε δύο ηλικιωμένους που έχουν μακροχρόνιες διαφορές για κάποια κτήματα και φιλονικούν σε επαρχιακό καφενείο. Με το ενδιαφέρον των θαμώνων να επικεντρώνεται στο ποιος θα καταρρεύσει πρώτος μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Τις περισσότερες πιθανότητες έχει ο Μπάιντεν. Τεχνικά είναι εφικτό να αναπληρωθεί, στο προσεχές Συνέδριο των Δημοκρατικών που επρόκειτο να τον αναδείξει και τυπικά ως υποψήφιο του κόμματος.
Αλλά πολιτικά είναι δύσκολο: ο Τζο Μπάιντεν είναι πεισματάρης και δεν θα παραδεχθεί εύκολα ότι δεν κάνει πια για τη θέση. Σε άλλο ρεπορτάζ, οι New York Times γράφουν πώς «επιμένει εδώ και καιρό ότι είναι ο καλύτερα εξοπλισμένος για να νικήσει τον Τραμπ και δεν θα άκουγε κανέναν άλλο εκτός ίσως από τη σύζυγό του, Τζιλ Μπάιντεν, η οποία υποστήριξε σθεναρά να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα».
Σε μία στιγμή που η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με πρωτοφανείς προκλήσεις, από την κλιματική κρίση, τους πολέμους και το μεταναστευτικό μέχρι τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, θα αναλάβουν οι ηγέτες των Δημοκρατικών τις ευθύνες τους ή θα περιμένουν μήπως αλλάξει γνώμη η κυρία Μπάιντεν;
Το βέβαιο είναι ότι όποιος κοιτάξει το ντιμπέιτ και αναλογιστεί το μέλλον του πλανήτη, δεν μπορεί παρά να νοιώσει ένα ρίγος στη σπονδυλική του στήλη.
Άρθρο του Στ. Κούλογλου στο TVXS